Διηγήματα, Οι Μύθοι της Ιόλια, Τα Χρονικά του Βάρδου

Οράματα(Τα Χρονικά του Βάρδου ΙΙ)

Ήμαστε πλέον πέντε ημέρες στη Τινέθιελ. Ο δρόμος ήταν δύσκολος και γεμάτος εμπόδια που μας προκαλούσε το δάσος. Συνεχώς χάναμε το δρόμο μέσα στα χαοτικά ψηλά δέντρα του, όσα από αυτά ήταν ακόμη ζωντανά βέβαια. Κάτι κακό είχε συμβεί εδώ και σίγουρα είχε σχέση με την εξαφάνιση των ξωτικών.
Τα ξωτικά εξαφανίστηκαν πριν από περίπου 800 χρόνια χωρίς καμία εξήγηση να φτάνει μέχρι τις μέρες μας, ούτε παραμύθια, ούτε μύθοι, τίποτα. Παράξενο αν σκεφτεί κανείς πόσα έχουν γραφτεί για τις ακόμα πιο αρχαίες εποχές του βασιλιά Ρόμπερτ του Πρώτου των Ανθρώπων. Ένας πλανώδιος που του άρεσαν τα βιβλία, μου είχε πεί πως οι ιστορικοί ονομάζουν την εποχή που εξαφανίστηκαν τα ξωτικά ως Κενή Εποχή καθώς οι πληροφορίες που έχουμε για αυτή είναι ελάχιστες. Το μόνο που ξέρουμε με σιγουριά είναι πως εκείνα περίπου τα χρόνια γεννήθηκε η αίρεση του Θεού της Νύχτας που ακόμα παραμένει ζωντανή μέχρι τις μέρες μας αν και με πολύ λίγοτερους ακόλουθους.

Αρκετά όμως με την ιστορία.

       Αυτό που είχε σημασία ήταν τα χαρούμενα πρόσωπα των χωριανών μου. Φύγαμε από τη σκλαβιά και από το κάστρο που σε όλους έμοιαζε με πέτρινο κλουβί για να διεκδικήσουμε ένα καλύτερο αύριο. Μπορεί μέχρι στιγμής να μην ήταν και το ιδανικό αλλά η ελπίδα παρέμενε άσβηστη. Στήσαμε σκηνές και μέναμε δίπλα από τη λίμνη. Ψάρεμα και κυνήγι ήταν αυτά που συντηρούσαν την ομάδα προς το παρόν. Αυτή η ζωή ίσως να άρεσε περισσότερο στη Μύρσα, τη γυναίκα μου, από τις ιστορίες μου. Πόσο περήφανη θα ήταν για τον γιό μας. Μας οδήγησε έξω από την κακομοιριά και την εκμετάλευση της οποίας και η ίδια αποτέλεσε θύμα.
        Όλοι θαύμαζαν τον Θον. Έδειξε πραγματικά ηγετικές ικανότητες σε αυτό το ταξίδι. Φαίνεται πως η Μαύρη Αντίσταση δεν ήταν ένας απλός και ωραίος τίτλος. Αυτά τα παιδιά κρυφά είχαν προπονηθεί και εξασκηθεί σε διάφορους τρόπους μάχης. Ο ιχνηλάτης μάλιστα μου είπε ότι έμαθε την τέχνη αυτή όταν τον είχαν αφήσει οι παλιοί του άρχοντες σε ένα δάσος γεμάτο με άγρια ζώα όσο αυτοί έπαιζαν σε στοιχήματα την επιβίωση του. Με ζωντάνια μου περιέγραφε την ανακούφιση και ικανοποίηση που ένιωσε όταν τα απογοητευμένα μάτια τους τον είδαν να βγαίνει ζωντανός. Τρείς μέρες πέρασε σε εκείνο το δάσος ο Γκόλαρ και σίγουρα τον έκανε πολύ πιο δυνατό. Άλλο εξέχων μέλος της Αντίστασης ήταν ο Γκρέγκορ. Ο μεγαλύτερος στην ηλικία από όλους και παιδικός φίλος μου ήταν ο συμβουλάτορας της ομάδας. Το δεξί χέρι του Θον, που τον συμβουλευόταν για τα πάντα. Θαύμαζα από μικρός τον Γκρέγκορ για την σταθερότητα της άποψης του και αυτό λογικά είδε πάνω του και ο Θον και τον διάλεξε. Έπειτα είχαμε τον Νέντος τον τοξότη, ο οποίος ισχυριζόταν ότι μπορεί να στοχεύσει είκοσι κινούμενους στόχους σε λιγότερο από ένα λεπτό, και τον Νταμιάν τη φυσική δύναμη της ομάδας. Μια τρελή ομάδα πολεμιστών στην πρώτη ματιά, αλλά είχαν άψογη συνεργασία λόγω του Θον που δίνει μία ισορροπία αλλά και μια σιγουριά στη Μαύρη Συμμαχία. Ένας ιδανικός αρχηγός που τον σέβονταν όλοι, αλλά επειδή τυγχάνει να είναι και γιός μου, αναγνωρίζα το βλέμμα του. Είναι το βλέμμα του πόνου και της αγωνίας. Και εκείτο το κρύο βράδυ ίσως να κατάλαβα γιατί το κουβαλούσε σαν ασήκωτο φορτίο. 


***

Οι περισσότεροι είχαν κοιμηθεί όταν καθίσαμε με τον Θον στην άκρη της λίμνης. Χάρηκα ιδιαίτερα γιατί απ’όταν φύγαμε από το Βόργκαστ δεν είχα βρει την ευκαιρία να του μιλήσω. Ανοίχτηκα στον γιό μου και του είπα το πόσο όμορφο φαίνεται το μέλλον, αν και αβέβαιο, και το μόνο που μου είπε είναι πως δεν καταλαβαίνω. Με το ζόρι κατάφερα να μου εξηγήσει.

«Πατέρα, η εξέγερση δεν έγινε μόνο για την ελευθερία μας από το Βόργκαστ. Αυτό που θα συμβεί θα έχει σχέση με την ελευθερία όλης της Ιόλια. Και κάτι στα οράματα μου με καλεί να πάρω θέση. Να το αλλάξω».


«Τι βλέπεις Θον;»


«Πόνο. Αμέτρητο πόνο. Και φλόγες και θάνατο. Κάτι θα συμβεί στην Ιόλια, πατέρα, και αυτό είναι ανώτερο από όλους μας. Όμως μέσα μου νιώθω πως μπορώ να το αποτρέψω. Να αλλάξω την ιστορία και το μέλλον γιατί αυτό που βλέπω είναι σίγουρα το μέλλον. Είναι και αυτή η φωνή…»

«Η φωνή;» τον ρώτησα ενώ στα μάτια του έβλεπα έναν τρομαγμένο αλλά και αποφασισμένο άνδρα.

«Στο τέλος κάθε ονείρου, οράματος, πες τα όπως θες, ακούω μια φωνή. Μια γυναικεία φωνή να με καλέι.»


«Και τι λέει;»


«Σώσε με….» αποκρίθηκε κοιτώντας τα νερά της λίμνης πάνω στα οποία τα αστέρια χόρευαν με το ελαφρό κύμα. «Και νομίζω πως με καλεί στην Τινέθιελ. Το ενστικτό μου μου λέει να μείνω εδώ. Και δε με έχει βγάλει ποτέ λάθος μέχρι στιγμής».

Εκείνο το βράδυ κοιμήθηκα αργά αφού είχα ήδη γράψει ότι μου ανέφερε. Σκεπτόμουν όλα αυτά που μου είπε ο Θον. Είναι τρελός ο γιός μου; Και αυτή η φωνή; Πάντως φαίνοταν να τα πιστεύει πολύ όλα αυτά. Ίσως η λίμνη είναι η απάντηση σε όλα. Ίσως οι μύθοι που μιλάνε για τη δύναμη της να είναι αληθινοί. 

Τα χρονικά του Βάρδου ΙΙ

Comments

comments

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.