- Άγγελε, καλώς όρισες. Σαν μια παραλλαγή των κλασικών πρώτων ερωτήσεων του Manwe Stories, πως θα περιέγραφες το ταξίδι σου στον χώρο του βιβλίου και της συγγραφής μέχρι στιγμής με μόνο τρεις λέξεις;
Καλώς σε βρήκα, για άλλη μια φορά! Τρεις λέξεις, ε; Αποκαλυπτικό, προκλητικό και ελκυστικό σίγουρα!
- Το “Στερνό Μελάνι” είναι το τρίτο σου βιβλίο και το πρώτο που ξεφεύγει από τα πλαίσια της επικής φαντασίας. Τι σε έκανε να στραφείς προς τον τρόμο σε αυτή τη συγγραφική σου προσπάθεια;
Λοιπόν, ετοιμαστείτε για μία μικρή ιστορία, γιατί θα σας γυρίσω πίσω στον Νοέμβρη του 2022, σε ένα βράδυ που ήμουν στο πατρικό μου στο Ναύπλιο. Μετά «Το αίμα των βασιλείων» είχα μείνει εκτός για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα. Δεν είχα γράψει τίποτα για περίπου έναν χρόνο και δεν είχα και την όρεξη, για να είμαι ειλικρινής. Εκείνο το βράδυ, όμως, με το λαμπατέρ να φωτίζει με θερμό φως την τραπεζαρία, μου ήρθε η ιδέα να γράψω κάτι διαφορετικό. Κάτι ατμοσφαιρικό, έξω από τα νερά μου. Και τι καλύτερο από μία ιστορία τρόμου στη βικτωριανή Αγγλία; Παράλληλα, είχα δει στα social ένα κάλεσμα συμμετοχής σε μια συλλογή διηγημάτων, οπότε λέω «γιατί όχι;»
Τελικά η ιστορία εκείνη, η «Οδός Όσλερ 30», εξελίχθηκε σε κάτι πολύ ανώτερο των προσδοκιών μου, οπότε και αποφάσισα να την κρατήσω για μένα. Μετά έπεσε στη ΛΕΦΑΛΟΚ η ιδέα για μια συλλογή διηγημάτων με παρόμοιο στιλ, με εμένα να κάνω την αρχή. Ύστερα ήρθαν κι άλλες ιστορίες, οπότε… Γιατί να μη γίνουν μια δική μου συλλογή διηγημάτων;
- Ποιες είναι οι διαφορές στη συγγραφή μιας ανθολογίας διηγημάτων σε σχέση με ένα μυθιστόρημα; Άλλαξες κάποιες από τις συνήθειές σου γράφοντας το “Στερνό Μελάνι”;
Σίγουρα είναι μια πολύ διαφορετική διαδικασία. Έχεις να γράψεις επτά ιστορίες (στη δική μου περίπτωση), με επτά διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Αυτό από μόνο του είναι αρκετά προκλητικό, μιας και πρέπει να μπεις μέσα σε επτά ετερόκλητες προσωπικότητες και να σκεφτείς σαν να είσαι η καθεμιά από αυτές. Πώς θα λειτουργούσε ο εκάστοτε χαρακτήρας; Κάτι τέτοιο κάνεις και στο μυθιστόρημα, εννοείται, ωστόσο εδώ είναι πολύ πιο εκτεταμένο, καθώς έχεις να κάνεις με πολλούς πρωταγωνιστές, που οφείλουν να είναι διαφορετικοί μεταξύ τους.
Στη συνέχεια, σίγουρα όταν φεύγεις από το Epic Fantasy και πας στην πραγματικότητα, πόσο μάλλον σε μια ιστορική πραγματικότητα, υποχρεούσαι να αλλάξεις συνήθειες. Πώς ζούσαν οι άνθρωποι σ’ εκείνη την εποχή; Ποιες ήταν οι συνήθειές τους, οι φόβοι τους; Πώς μιλούσαν; Επομένως, καλείσαι να προσαρμόσεις την πρόζα σου, τον τρόπο της γραφής σου δηλαδή, σε αυτά τα νέα δεδομένα, έτσι ώστε να γίνει όσο πιο αληθοφανής γίνεται η κάθε ιστορία, με ένα κλίμα που αντί να σε πετάει έξω, θα σε τραβάει μέσα της.
- Από τις ιστορίες του βιβλίου υπήρχε κάποια που σε ακολουθούσε ή σε στοίχειωνε για καιρό μετά τη συγγραφή της;
Δεν μπορώ να πω ότι με στοίχειωσε κάποια ιδιαίτερα. Σαν δημιουργοί έχουμε τη δυνατότητα να απομυθοποιούμε αρκετά όσα γράφουμε για να τα φέρουμε σε πέρας. Γι’ αυτό όταν πολλές φορές βλέπουμε μια ταινία τρόμου και λέμε: «Μα καλά, πώς κοιμάται ο σεναριογράφος τα βράδια;» πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι αυτός ο άνθρωπος προφανώς και έχει εξερευνήσει πλήρως την πλοκή του και τα concepts/νοήματα στα οποία αυτή βασίζεται.
- Τελικά τι είναι ευκολότερο να γράψει κανείς; Επικές περιπέτειες φαντασίας που μας ταξιδεύουν σε μαγικούς κόσμους ή ιστορίες τρόμου που παίζουν με το σκοτάδι που βρίσκεται στις ψυχές των ανθρώπων;
Σίγουρα τα περισσότερα είδη έχουν τις προκλήσεις τους. Δεν μιλάμε για ελαφριά ρομάντζα που παίρνεις να διαβάσεις στην παραλία και ξέρεις ότι στο τέλος του βιβλίου οι πρωταγωνιστές θα είναι μαζί γιατί «έτσι πρέπει». Όταν έχεις να κάνεις με ιστορίες που πατάνε τολμηρά στις γκρίζες ζώνες συγγραφέα και αναγνώστη, πρέπει να κάνεις το κάθε σου βήμα με σταθερότητα και σιγουριά. Μόνο έτσι θα διεγείρεις τον αναγνώστη να γοητευτεί από ό,τι γράφεις – βάζοντάς τον να σκεφτεί.
Επομένως, θα απαντήσω πως είναι και τα δύο αυτά είδη δύσκολα. Το Epic Fantasy παρουσιάζει την πρόκληση του να προσαρμόσεις την ιστορία σου σε ένα πλαίσιο το οποίο έχεις δημιουργήσει ο ίδιος. Αυτό από μόνο του δεν είναι απλή υπόθεση, γιατί αν δεν έχεις μεριμνήσει ώστε να δομήσεις σωστά τον κόσμο σου, όλο αυτό το οικοδόμημα θα καταρρεύσει πριν καν αρχίσει, όσο καλή κι αν είναι η πλοκή σου. Γενικότερα, το είδος της φαντασίας είναι μια μεγάλη ομπρέλα που περικλείει όλα τα υπόλοιπα είδη – μυστήριο, τρόμος, θρίλερ, περιπέτεια κ.α.
Οι ιστορίες τρόμου είναι άλλη υπόθεση. Εκεί πρέπει να εξερευνήσεις τους δικούς σου φόβους, πριν φτάσεις στο σημείο να τους απομυθοποιήσεις όπως είπα πριν. Πρέπει να βρεις τι τρομάζει εσένα, τι σε κάνει να ανατριχιάζεις έτσι ώστε να προσεγγίσεις ένα παρόμοιο συναίσθημα και για τον αναγνώστη σου. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο χαρακτηρίζω το «Στερνό Μελάνι» ως συλλογή διηγημάτων μυστηρίου, καθώς θεωρώ πως ο τρόμος είναι κάτι απόλυτα υποκειμενικό και, εν τέλει, μπορεί αυτός που το διαβάσει να μην τρομάξει από τις ιστορίες μου – σίγουρα όμως θα συναντήσει το μυστήριο σε αυτές.
- Από τα social media είδαμε πως ετοιμάζεις ένα νέο βιβλίο. Θα ήθελες να μας μιλήσεις για αυτό;
Ναι, αν και δεν θα σας πω πολλά! Πρόκειται για ένα δυστοπικό μυθιστόρημα με έντονα στοιχεία western. Θα διαδραματίζεται στη Γη μετά από πολλά χρόνια και θα έχει στοιχεία επιστημονικής φαντασίας. Όσο για την πλοκή του, το μόνο που μπορώ να αποκαλύψω είναι ότι θα παίξει πολύ με θέματα όπως η προσωπική ηθική, η απώλεια και η νοσταλγία που προκύπτει από αυτήν.
- Το δυστοπικό μυθιστόρημα δεν είναι συνηθισμένο είδος με το οποίο καταπιάνονται οι Έλληνες συγγραφείς. Τι σε έκανε να ασχοληθείς με αυτό;
Για να πω την αλήθεια, δεν περίμενα κι εγώ ότι θα ασχοληθώ με το συγκεκριμένο είδος σε αυτή τη φάση. Έχω διαβάσει κάποια βιβλία που με ενέπνευσαν πολύ, συγκεκριμένα του Στίβεν Κινγκ και του Τζορτζ Μάρτιν, έχω δει και κάμποσες ταινίες, αλλά η αρχή είχε ξεκινήσει πριν από περίπου τρία χρόνια. Σε ένα αρχείο word με το όνομα «Πυρωμένη Κάννη» (δεν θα είναι αυτός ο τίτλος τώρα!) είχα γράψει μία παράγραφο, ευελπιστώντας τότε να εξελιχθεί σε μία καθαρά γουέστερν ιστορία. Το concept που υπήρχε στον πυρήνα της ιστορίας τότε παρέμεινε, αλλά όλα τα υπόλοιπα άλλαξαν, όπως γίνεται κάθε φορά που βγάζεις μια ιστορία από το αραχνιασμένο συρτάρι!
- Ξέρεις πως δεν γίνεται να μην σου κάνω και αυτή την ερώτηση. Μετά τα δύο πρώτα βιβλία που μας εισήγαγαν στον φανταστικό κόσμο που δημιούργησες, πότε θα έχουμε τη συνέχεια τη σειράς “Η Λααεεν και το μεγαλείο της”;
Κάπου εδώ γελάω αμήχανα… Η αλήθεια είναι, όπως είπα και παραπάνω, ότι μετά από «Το αίμα των βασιλείων» έπεσα στην παγίδα που ονομάζεται writer’s block. Πιστεύω ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ξεκίνησα να γράφω το τρίτο μέρος της σειράς χωρίς να είμαι έτοιμος. Είχα τον σχεδιάγραμμά μου, έγραψα κάπου στις 20.000 λέξεις και μετά… κενό.
Σίγουρα κάτι δεν ήταν όπως έπρεπε, μου καθόταν στραβά. Και ακόμη μου κάθεται, για να είμαι ειλικρινής, ωστόσο έχω αρχίσει να το αποκωδικοποιώ και να επεξεργάζομαι τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να αλλάξει. Δεν θέλω να λέω μεγάλες κουβέντες. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι το τρίτο μέρος θα έρθει στην ώρα του, όπως ακριβώς οφείλει να είναι – και για τον δημιουργό αλλά και για τους αναγνώστες της σειράς.
- Πως βλέπεις πλέον τον χώρο της λογοτεχνίας του φανταστικού, κάποια χρόνια μετά το συγγραφικό σου ντεμπούτο; Διαβάζουν τελικά οι Έλληνες φανταστικό;
Η αλήθεια είναι, όπως έχουν πει κι άλλοι, ότι στην Ελλάδα γράφουμε φανταστικό πολύ περισσότεροι απ’ όσους διαβάζουν φανταστικό. Το περιορισμένο αναγνωστικό κοινό βομβαρδίζεται συνεχώς από best sellers του εξωτερικού, μπροστά στα οποία οι Έλληνες δημιουργοί ωχριούν. Και αυτό είναι λογικό, αν σκεφτούμε πως φυσικά και σε μια τέτοια μαζική παραγωγή που υπάρχει στη χώρα μας το να βρεθεί ο επόμενος Μάρτιν, Τόλκιν (ό,τι προτιμά ο καθένας) είναι πολύ δύσκολο!
Επίσης, αυτό που πρέπει να αναφέρω εδώ είναι και οι τιμές στα βιβλία. Όλοι μας διανύουμε δύσκολους καιρούς και καλούμαστε να βάζουμε συνέχεια το χέρι στην τσέπη. Όταν ένα βιβλίο κοστίζει περίπου 20 ευρώ, παύει να είναι ένα προσιτό μέσο ψυχαγωγίας. Θα πάρουμε ένα, άντε δύο βιβλία τον μήνα. Θα έπρεπε να κοστίζει τόσο; Φυσικά και όχι! Δεν παύουμε, όμως, να μιλάμε για επιχειρήσεις και επιχειρηματίες – εκδοτικοί οίκοι και συγγραφείς, οι οποίοι πρέπει κάπως να πληρωθούν. Το αν η προαναφερόμενη τιμή είναι λογική ακόμα και σε αυτό το πλαίσιο ή όχι, είναι άλλη κουβέντα… Με αυτά τα δεδομένα, όμως, θα επενδύσουμε ευκολότερα στον Έλληνα συγγραφέα που δεν ξέρουμε ή στον καθιερωμένο από το εξωτερικό;
- Και τέλος, έχοντας πλέον αρκετές εμπειρίες από τον χώρο του βιβλίου, των εκδόσεων και της συγγραφικής -εκδοτικης πραγματικότητας στην Ελλάδα, τι θα συμβούλευες έναν νέο συγγραφέα που διστάζει να κάνει το επόμενο βήμα προς την έκδοση ενός βιβλίου;
Θα τον συμβούλευα αδιαμφισβήτητα να μη βιαστεί. Όλοι είμαστε ενθουσιασμένοι στην αρχή και έχουμε στο μυαλό μας τα πράγματα αρκετά απλοποιημένα και ιδανικά, όμως δεν είναι. Η εκδοτική πραγματικότητα είναι δύσκολη, όπως και το αναγνωστικό κοινό. Αν ρισκάρεις με ένα έργο που δεν είσαι σίγουρος ότι μπορεί να ανταπεξέλθει και στα δύο, καλύτερα να μην το κάνεις. Δεν είναι ανάγκη να εκδίδουν τα βιβλία τους όλοι όσοι γράφουν. Μπορεί να είναι σκληρό αυτό, αλλά δεν παύει να ισχύει. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να γράφει –μακάρι να το έκαναν περισσότεροι!– αλλά κάπου στην πορεία υπάρχει ένα διαχωριστικό που έχει να κάνει καθαρά με την ποιότητα ενός έργου. Δεν προσποιούμαι ότι εγώ είμαι ο κύριος τέλειος, απλά κάποια έργα θα ήταν καλύτερα αν έμεναν στο συρτάρι – και αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, αν είμαστε ρεαλιστές.
Μπορείτε να βρείτε τον Άγγελο Αναγνωστόπουλο στο Φεστιβάλ Βιβλίου στο Πεδίον του Άρεως τις παρακάτω ημέρες και ώρες:
Παρασκευή 13/09/24, 20:00- 21:00
Σάββατο 14/09/24, 20:00- 21:00
Κυριακή 15/09/24, 20:00- 21:00
Ο Συγγραφέας
Ο Άγγελος Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 2001. Μεγάλωσε στο Ναύπλιο, όπου πέρασε τα σχολικά του χρόνια, και πλέον ζει στην Αθήνα. Σπουδάζει στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας.
Στον ελεύθερό του χρόνο διαβάζει βιβλία αγαπημένων του συγγραφέων, έχοντας μια ιδιαίτερη αγάπη στα είδη της Φαντασίας, του Τρόμου-Μυστηρίου και του Ιστορικού Μυθιστορήματος. Επίσης, απολαμβάνει την παρέα της μουσικής και του αρέσει να ασχολείται με τη γραφιστική.
Έχει συμμετάσχει με διηγήματά του στις συλλογές της Λέσχης Φανταστικής Λογοτεχνίας Καρδίτσας: 13: Συλλογή Διηγημάτων Τρόμου και Σκοτεινής Φαντασίας (Ο Παλιός Αετός), Στη Σκιά του Ερέβους (Οδός Όσλερ 30) και Christmas, Bloody Christmas (Το Δωδεκαήμερον).
Άλλα έργα του συγγραφέα:
- Η Λάεεν και το μεγαλείο της: Το έπος της Λάεεναρ, 2021, Εκδόσεις Παράξενος Ελκυστής
- Η Λάεεν και το μεγαλείο της: Το αίμα των βασιλείων, 2022, Εκδόσεις Παράξενος Ελκυστής